Monday, December 12, 2016

Βήματα.

Σε βλέπω.

Έχει χρόνια να ειδωθούμε, αλλά σε βλέπω.
Σε φαντάζομαι πως θα είσαι τώρα, με τις αλλαγές των καιρών και των χρωμάτων σου.
Σε ντύνω με ότι θυμάμαι να φορούσες, το άρωμα σου που ποτέ δεν ξεπέρασα, το μειδίαμα ανάμεικτο με απογοήτευση που σου άφησα ανάμνηση.
Και σε παίρνω παρέα μου, σε μπαράκια που πήγαμε μαζί, στο πάρκο που συχνάζαμε, σε εκείνη την μαγική παραλία, στον καναπέ, στο κρεβάτι.

Σε βλέπω κι αλλού, σε μέρη που ποτέ δεν υπήρξες!
Σε βάζω εκεί, σε φαντάζομαι πως θα συμπεριφερόσουν και τι θα έλεγες.
Κάποιες φορές είναι πραγματικά αστείο, με την γλυκεία αμηχανία που σε διακατέχει, που σε διακατείχε, και την μάτσο στάση που φορούσες για να με κάνεις να γελάσω!
Να γελάσεις με τα χαζά που με διασκεδάζουν!

Σε βλέπω και σε τόπους που δεν πρέπει.
Σε πρόσωπα που δεν είναι εσύ.
Σε αυτά που θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σου αλλά δεν ξέρω σε ποια γλώσσα να σου μιλήσω.
Στις θύμισες, όταν τους επιτρέπω να με κατακλύουν. Και τότε είσαι παντού και είσαι το μόνο που βλέπω.

Πως να προχωρήσω μπροστά, όταν βλέπω πίσω.
Και χάνω τα βήματα μου.
Και χάνομαι.

Να χαθώ στα βήματά σου,
Να χαθώ, όπως δεν μ'έμαθες ποτέ μου να χαθώ.

Wednesday, September 14, 2016

Φωνές.


Κάποτε σε ακούω να μου μιλάς. Χωρίς λόγια, χωρίς λόγο. Απλά σε ακούω. Να σχολιάζεις κάτι που λέω, να επικρίνεις κάτι που κάνω. Να μου δίνεις τη δική σου ρεαλιστική εξήγηση, τη δική σου διάγνωση.

Και είναι η φωνή σου όπως τη θυμάμαι: λογική. Αυστηρή. Σοβαρή. Κοφτερή.
Αλλά με αυτή τη γλυκάδα του πειράγματος, που έδειχνε πόσο μ'ήξερες, πόσο νοιαζόσουν.

Μιλάμε ώρες κάποιες φορές, δυνατά κάποτε. Και σε φαντάζομαι να με λες ανώριμο, και να γελάς, να σε προδίδουν τα μάτια σου και τα μάγουλα που σκάνε προς τα πάνω, όσο και αν το κρύβεις στα μεγαλίστικα ύφη σου.

Πολλές φορές φωνάζεις. Μου φωνάζεις. Που δεν έδειξα πυγμή, που δεν κατάφερα να είμαι αυτό που έπρεπε, αυτό που χρόνια πριν, χρόνια μετά φανταζόμουν.

Γι αυτό ακούω μουσική συνεχώς, για να πνίξω τη φωνή σου. Να σε κάνω να σωπάσεις. Αλλάζω τραγούδια και μελωδίες για να σε κάνω να σωπάσεις. Μα άμαν ο στίχος θυμίζει εσένα, είναι σαν να μου ψιθυρίζεις τα λόγια, σαν να μου τραγουδάς. Και είναι η φωνή σου όπως τη θυμάμαι.

Monday, July 25, 2016

Και αυτό, αν.



"Όταν πεθάνω όμως εγώ, 
εσύ, στον κόσμο μόνο εσύ, θα ξέρεις ποιος ήμουν."

Γεώργιος Ρούσσος*



Και αυτό, μοναχά αν είχες καταλάβει. 
Και αυτό, αν δεν έχεις ξεχάσει.



*(1910-7 Αυγούστου 1984) Έλληνας δημοσιογράφος και συγγραφέας

Sunday, April 17, 2016

Δεν ήσουν εκεί.

Δεν ήσουν εκεί.

Άρχισα τις πρώτες συλλαβές, δοκίμασα τα πρώτα βήματα.
Ενθουσιασμός, χειροκρoτήματα, φωτογραφίες, βίντεο.
Ίσως είχε περάσει καιρός από τότε που έκανες τα δικά σου.
Ίσως πάλι να ήταν πολύ νωρίς ακόμα για σένα.

Σίγουρα, δεν ήσουν εκεί.

Πήρα τους δρόμους και μεγάλωσα.
Με ποδόσφαιρο στις αλάνες, ποδήλατο στα χωράφια, εξορμήσεις στη θάλασσα.
Δοκίμασα και δοκιμάστηκα.
Τα όνειρα για το μέλλον ξεπερνούσαν το ανθρώπινο.
Εξερεύνησα τον κόσμο, το κορμί μου, κορμιά ξένα.
Σε βρήκα για μια στιγμή - ή μήπως το φαντάστηκα;
Κι όλα είχαν το χρώμα σου, όλα το άρωμά σου.
Εσύ τα είχες βάψει, ή άπλωνα παντού ότι σε θυμίζει, για να 'ρθείς;

Όμως, δεν ήρθες..

Άλλαξα το τζιν με κουστούμι.
Μπήκα σε γραφεία, συνεδριάσεις, συναντήσεις.
Τηλέφωνα να μη σιωπούν, προθεσμίες, δουλειά, δουλεία, υπερωρία.
Άκουγα πιο αραιά μουσική, πιο λίγο την επιθυμία.
Συνήθισα να μη σε βλέπω - δεν ήξερα καν πως μοιάζεις!
Και όταν τα βράδια, με τα μάτια κλειστά φανταζόμουν πως θα ήταν αν ήταν,
πονούσε δυο φορές το άδειο κρεβάτι.

Που ήσουν, γαμώτο;

Γάμοι, βαφτίσεις, χωρισμοί, κλάματα, γενέθλια.
Ήμουν πάντα εκεί. Σε όλα.
Επειδή ήθελα. Επειδή έπρεπε. Επειδή μπορούσε να σε βρω.
Κάποτε σε έψαχνα, ανυπομονούσα, απογοητευόμουν.
Κάποτε έψαχνα απλά ακόμα ένα ποτό.
Μια παρηγοριά.
Μια λησμονιά.

Και ξέχασα..
Έμαθα να υπάρχω έτσι. Όχι να ζω. Να υπάρχω.

Γέρασα.

Άγνωστα πρόσωπα με φροντίζουν.
Αν είναι συγγενείς ή νοσοκόμοι, δεν ξέρω.
Σε εχώ βρει και δεν το θυμάμαι;
Μέσα από θολά μάτια, βλέπω τα χέρια μου χωρίς να τ'αναγνωρίζω.
Τα σαλεύω αλλά με δυσκολία κλείνουν. Το μόνο που κρατάω είναι το κενό.
Το κενό που δε γέμισες..



Δεν ήρθες ποτέ..